Κατηχητική Συνάντηση για ενήλικους 10.10.2019

Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΚΑΤΗΧΟΥΜΕΝΩΝ –  ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

 

Οι τρεις διαλέξεις του 2019 μέχρι τη Μεγάλη Σαρακοστή ήταν αφιερωμένες αν το θυμάστε, στα εξής θέματα:

  • Η πρώτη σε μία γενική εισαγωγή στη Βυζαντινή Θεία Λειτουργία, κατά την οποία

εισαγωγή έκανα μία γενική παρουσίαση, μιλώντας για τις αναφορές και λίγο για την ιστορία της Βυζαντινής Θείας Λειτουργίας.

  • Η δεύτερη κατά την οποία παρουσίασα την ακολουθία της Προσκομιδής.
  • Και η τρίτη κατά την οποία παρουσίασα το πρώτο μέρος της Λειτουργίας των Κατηχούμενων, δηλαδή τις πρώτες προσευχές, τα τρία αντίφωνα και σχολίασα το τροπάριο: «Ο Μονογενής» και το Τρισάγιο.

Για ότι αφορά στην Προσκομιδή:

Προσπάθησα να υπογραμμίσω τα διάφορα μέρη, τις διάφορες ευχές και προπάντων να φανερώσω τη συμβολολογία αυτού του μέρους της βυζαντινής Λειτουργίας, το οποίο, όπως συχνά επαναλάμβανα, έστω και αν δεν βλέπεται ούτε ακούγεται από τους πιστούς, έχει τη δικιά του σπουδαιότητα, προπάντων τη συμβολική χριστολογική και εκκλησιολογική σπουδαιότητα, την οποία προσπάθησα να σας παρουσιάσω.

Θυμηθείτε την ωραιότατη εκείνη χριστολογική διάσταση την οποία θέλησα να υπογραμμίσω στην ενδυμασία των λειτουργικών αμφίων από τον Επίσκοπο, τον ιερέα, τον διάκονο, και επίσης όλων των άλλων, οι οποίοι εκπληρώνουν μία υπηρεσία μέσα στο ιερό βήμα.

Ο Πάπας με το πολύ κατηχητικό και καθαρό ύφος του, είπε στην ομιλία του: «Κατά τα ιερά μυστήρια ο ιερέας δεν αντιπροσωπεύει τον εαυτό του, και δεν μιλά εκφράζοντας τον εαυτό του, αλλά μιλά για κάποιον Άλλο, μιλά για τον Χριστό…» Και ο Πάπας Βενέδικτος ο 16ος συνεχίζει: «Το γεγονός ότι βρισκόμαστε στο ιερό βήμα, ντυμένοι με τα λειτουργικά άμφια, πρέπει να παρουσιάζει καθαρά στους πιστούς και στον εαυτό μας ότι βρισκόμαστε εκεί παρουσιάζοντας κάποιον Άλλον δηλαδή τον ίδιο τον Χριστό. Τα ιερατικά άμφια, όπως εξελίχθηκαν στο πέρασμα του χρόνου, αποτελούν μία βαθιά συμβολική έκφραση αυτού που σημαίνει η ιεροσύνη».

Πέρα από τη συμβολολογία στην ενδυμασία των λειτουργικών αμφίων, εξήγησα επίσης την χριστολογική και εκκλησιολογική διάσταση της προετοιμασίας του άρτου και του οίνου. Αυτή η προετοιμασία στη βυζαντινή παράδοση, όπως και στην κοπτική παράδοση είναι πολύ ανεπτυγμένη, ενώ σε άλλες λειτουργικές παραδόσεις, ανατολικές και δυτικές (στη συριακή, στη χαλδαϊκή στη λατινική…), είναι πιο περιορισμένη. Οπωσδήποτε ένα πράγμα είναι σπουδαίο και πρέπει να το υπογραμμίσουμε για όλες τις λειτουργικές παραδόσεις, τη βυζαντινή, τη συριακή, τη χαλδαϊκή, τη λατινική:  για την ιερουργία των Ιερών Μυστηρίων πρέπει να χρησιμοποιούμε πάντοτε το μη καθαγιασμένο λειτουργιών άρτο.

Ή αν θέλετε με άλλα λόγια: στη λειτουργία καθαγιάζεται πάντοτε ο άρτος ο οποίος έπειτα μεταδίδεται για τη Θεία Κοινωνία, χωρίς να χρησιμοποιούμε το ιερό αρτοφόριο, το οποίο εμπεριέχει μονάχα την Θεία Ευχαριστία για την κοινωνία των ασθενούντων ή των βαπτιζομένων. Εάν κατά την ιεροτελεστία της Θείας Λειτουργίας, πριν από την αναφορά (υπογραμμίζω πριν από την αναφορά, δηλαδή πριν από την καθαγίαση), αντιλαμβανόμαστε ότι υπάρχουν περισσότεροι ή λιγότεροι πιστοί από όσοι υπολογίζαμε, μπορούμε να προσθέσουμε ή να αφαιρέσουμε μερίδες στον άρτο που προετοιμάσαμε.

Για όσο αφορά στο πρώτο μέρος της Λειτουργίας των Κατηχούμενων, κατά την τελευταία μας συνάντηση, σας παρουσίασα το πρώτο μέρος της Λειτουργίας των Κατηχούμενων, με τα τρία αντίφωνα και με ένα μικρό σχόλιο-παρουσίαση του Τρισάγιου. Κατά τη σημερινή μας διάλεξη επιθυμώ να σας παρουσιάσω το δεύτερο μέρος της Λειτουργίας των Κατηχούμενων, δηλαδή τα αναγνώσματα του Λόγου του Θεού: Αναγνώσματα τόσο κατά τη Θεία Λειτουργία όσο και κατά τον εσπερινό.

Με ένα γενικό τρόπο και μπορούμε να πούμε με ένα «απλό τρόπο», είναι δυνατό να υποστηρίξουμε ότι σήμερα η βυζαντινή παράδοση στη Θεία Λειτουργία διαβάζει αναγνώσματα από την Καινή Διαθήκη, με αυτόν τον τρόπο: Υπάρχουν δύο αναγνώσματα: ο Απόστολος, που είναι παρμένος από την Καινή Διαθήκη: από το Πάσχα ως την Πεντηκοστή όταν διαβάζονται οι Πράξεις των Αποστόλων. Έπειτα διαβάζεται ο Απόστολος Παύλος μέχρι την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου, στην περίοδο πριν την Τεσσαρακοστή. Και τέλος διαβάζονται οι «καθολικές επιστολές», του Πέτρου,  του Ιακώβου…

Για όσο αφορά το Ευαγγέλιο, διαβάζεται με την εξής τάξη: κατά Ιωάννην, κατά Ματθαίον, κατά Μάρκον και κατά Λουκάν. Δηλαδή διαβάζουμε το κατά Ιωάννην από το Πάσχα έως την Πεντηκοστή, το κατά Ματθαίον και το πρώτο μέρος του κατά Μάρκον από την Πεντηκοστή ως την Ύψωση του Σταυρού (14 Σεπτεμβρίου), στη συνέχεια το κατά Λουκάν  και το δεύτερο μέρος του κατά Μάρκον, από την Ύψωση του Σταυρού ως τις Απόκριες.

Επαναλαμβάνω ότι πρόκειται για μία παρουσίαση πολύ σχηματική και απλή, από την οποία αναβλύζουν μερικά ερωτήματα, τα οποία ασφαλώς τα θέτετε στον εαυτό σας και τα οποία θέτω και εγώ ο ίδιος, και η απάντηση των οποίων θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε καλύτερα αυτό το μέρος  της Θείας Λειτουργίας.

Πρώτο ερώτημα:  Ποιο είναι το σχήμα, ποια είναι η διανομή των αναγνωσμάτων μέσα στο έτος, κατά την τέλεση της Θείας Λειτουργίας;

Δεύτερο ερώτημα: Τα βιβλικά αναγνώσματα διαβάζονται μονάχα στη Θεία Λειτουργία;

Τρίτο ερώτημα: Η βυζαντινή παράδοση διαβάζει μονάχα τα κείμενα Καινής Διαθήκης ή διαβάζει και κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης;

Τέταρτο ερώτημα: Η παρουσία των ψαλμών, τόσο στη Θεία Λειτουργία όσο και προπάντων στις ιερές ακολουθίες πως γίνεται; Αυτοί, δηλαδή οι Ψαλμοί είναι αναγνώσματα; είναι προσευχές;

         Πιστεύω ότι αυτή η απάντηση σ’ αυτά τα ερωτήματα μπορεί να μας βοηθήσει να καταλάβουμε καλύτερα αυτό το μέρος της βυζαντινής Θείας Λειτουργίας.

         Όλες οι χριστιανικές λατρείες έχουν ένα δικό τους βιβλικό «αναγνωσματάριο», τόσο για τη Θεία Λειτουργία όσο και για τις ώρες της προσευχής. Ένα δικό τους αναγνωσματάριο το οποίο κατά κάποιο τρόπο χαρακτηρίζει και ρυθμίζει όλο το λειτουργικό έτος και την ίδια την ομολογία της πίστεως της καθεμιάς των χριστιανικών Εκκλησιών της Ανατολής και της Δύσης.

Και τι εννοώ λέγοντας ότι το βιβλικό αναγνωσματάριο συνδέεται με την ομολογία της πίστεως μίας Εκκλησίας; Δίνω ένα πρώτο παράδειγμα.

Οι ευαγγελικές περικοπές των έξι εβδομάδων πριν από τα Χριστούγεννα στην δυτική συριακή παράδοση είναι περικοπές που αναγγέλλουν τη γέννηση του σαρκοθέντος Λόγου του Θεού: ευαγγελισμός του Προφήτη Ζαχαρία, ευαγγελισμός της Αειπάρθενου Μαρίας, γέννηση του Αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού, γέννηση του Χριστού…. Οι ευαγγελικές αυτές περικοπές, διαβαζόμενες κατά τις Κυριακές πριν από τα Χριστούγεννα οδηγούν τη δυτική συριακή Εκκλησία σε μία αληθινή και πραγματική ομολογία πίστεως, σε ένα αληθινό και πραγματικό προάγγελμα Εκείνου, που αποτελεί το κέντρο της πίστεως μας: της ενσαρκώσεως του αιώνιου Λόγου του Θεού.

         Δίνω ένα δεύτερο παράδειγμα. Στη δική μας βυζαντινή παράδοση, οι ευαγγελικές περικοπές που διαβάζονται κατά τις Κυριακές της Μεγάλης Σαρακοστής είναι περικοπές με τον χαρακτήρα του βαπτίσματος ή αν θέλετε είναι περικοπές μίας μεγάλης κατήχησης και μυσταγωγίας, ώστε να μας οδηγήσουν να ξαναζήσουμε το βάπτισμά μας και το κάλεσμά μας από τον Κύριο: θυμηθείτε ότι διαβάζουμε το κάλεσμα του Φιλίππου και του Ναθαναήλ την θεραπεία του παράλυτου, τον Τίμιο Σταυρό. Επομένως είναι όλες περικοπές οι οποίες μας οδηγούν και μας ξανά οδηγούν προς την πορεία μας και προς τη ζωή μας ως χριστιανοί.

Ας επιστρέψουμε στα τέσσερα ερωτήματα τα οποία σας έθεσα.

Πρώτο ερώτημα:  Ποιο είναι το σχήμα, ποια είναι η διανομή των αναγνωσμάτων μέσα στο έτος, κατά την τέλεση της Θείας Λειτουργίας; Η βυζαντινή παράδοση στη Θεία Λειτουργία διαβάζει τα αναγνώσματα, τα οποία βρίσκονται σε δύο λειτουργικά βιβλία: στον Απόστολο και στο Ευαγγέλιο.

Στον Απόστολο, βρίσκουμε αναγνώσματα από όλα τα βιβλία της Καινής Διαθήκης, εκτός από το Ευαγγέλια και το βιβλίο της Αποκαλύψεως. Επομένως μέσα στο λειτουργικό έτος διαβάζουμε από τις Πράξεις των Αποστόλων τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου τις «Καθολικές επιστολές», των Αποστόλων Πέτρου, Ιούδα, Ιακώβου, Ιωάννου και την προς Εβραίους επιστολή.

Μπορείτε να με ρωτήσετε: Γιατί να διαβάζουμε το βιβλίο της Αποκαλύψεως; Γνωρίζουμε ότι η Αποκάλυψη είναι ένα βιβλίο κανονικό της Καινής Διαθήκης, αποδιδόμενο στον Ευαγγελιστή Ιωάννη τον Θεολόγο, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για βιβλίο του κανόνα της Καινής Διαθήκης. Γιατί όμως δεν διαβάζεται στη Θεία Λειτουργία; Η απάντηση μπορεί να είναι το γεγονός ότι η Αποκάλυψη (που επαναλαμβάνω είναι βιβλίο «κανονικό» και όχι «δευτερεύον», στην περιφέρεια της Αντιόχειας μπήκε «αργά» στον κανόνα των βιβλίων της Καινής Διαθήκης δηλαδή κατά τον πέμπτο αιώνα, σε μία εποχή κατά την οποία το Αναγνωσματάριο ήδη διαμορφώνεται ή μάλλον έχει ήδη διαμορφωθεί.

Επομένως (επαναλαμβάνω), η Αποκάλυψη είναι ένα βιβλίο «κανονικό» το οποίο μπορούμε και οφείλουμε να διαβάζουμε και να γνωρίζουμε αλλά «λειτουργικά» δεν χρησιμοποιείται στη βυζαντινή παράδοση.

Στο Ευαγγελιάριο βρίσκουμε τις περικοπές των Ευαγγελίων  που πρέπει να διαβάζονται όλες τις Κυριακές και όλες τις ημέρες του έτους, στις μνήμες των Αγίων και στις διάφορες άλλες γιορτές. Επιπλέον στο Ευαγγελιάριο βρίσκουμε τις έντεκα ευαγγελικές περικοπές της Ανάστασης για τον όρθρο των Κυριακών (ονομάζονται «επικά ευαγγελιάρια»).

Βρίσκουμε επίσης τις ευαγγελικές περικοπές του όρθρου των εορτών κατά τις οποίες διαβάζεται στον όρθρο μία ευαγγελική περικοπή. Όπως ανέφερα πιο πάνω η διανομή των ευαγγελίων μέσα στο βυζαντινό λειτουργικό έτος γίνεται ως εξής: Κατά Ιωάννην, κατά Ματθαίον, κατά Μάρκον, κατά Λουκάν.

Το κατά Ιωάννην διαβάζεται από το Πάσχα ως την Πεντηκοστή. Το κατά Ματθαίον και το πρώτο μέρος του κατά Μάρκον από την Πεντηκοστή ως την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού (14 Σεπτέμβριου). Στη συνέχεια το κατά Λουκάν και το δεύτερο μέρος του κατά Μάρκον από την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού έως την Κυριακή των Αποκρεών.

         Η ανάγνωση των τεσσάρων Ευαγγελίων  μέσα σε ένα χρόνο δεν είναι εύκολη. Το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο κατά την πασχαλινή παράδοση διαβάζεται σχεδόν ακέραιο. Τα άλλα τρία Ευαγγέλια διαβάζονται «σε συνέχεια» αλλά όχι ακέραια. Θέλω να πω ότι, μερικές περικοπές δεν διαβάζονται, ενώ μερικές άλλες επαναλαμβάνονται δύο ή τρεις φορές. Σε κάθε περίπτωση, παρά τη «μη ακέραιη ανάγνωση των συνοπτικών Ευαγγελίων», μπορούμε να πούμε ότι οι σπουδαιότερες και σημαντικότερες περικοπές τους διαβάζονται. Με τη φράση αυτή δεν θέλω να πω ότι στα Ευαγγέλια υπάρχουν περικοπές «σπουδαιότερες και σημαντικότερες», ενώ άλλες είναι «λιγότερο σπουδαίες και σημαντικές». Για μας τους χριστιανούς οι τέσσερις Ευαγγελιστές είναι πάντοτε και σε όλα «σπουδαίοι και σημαντικοί», και πρέπει να συνηθίσουμε να τους διαβάζουμε και προσωπικά, έτσι ώστε να μπούμε στο Ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού, και να το ζούμε στην καθημερινή μας ζωή.

         Θέλω να σημειώσετε ότι ο Απόστολος διαβάζεται ή ψέλνεται. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να απαγγέλνεται καθαρά από τον αναγνώστη ο οποίος έλαβε την χειροθεσία γι’ αυτόν τον σκοπό.

         Ο αναγνώστης αυτός στέκεται μπροστά στο εικονοστάσιο έτσι ώστε όλοι να μπορούν να τον ακούν και να τον καταλαβαίνουν και να δέχονται το Λόγο του Θεού. Το Ευαγγέλιο κηρύττεται αν υπάρχει διάκονος, από τον άμβωνα, αν δεν υπάρχει από τον ιερέα, από την ωραία πύλη. Το Ευαγγέλιο της Αναστάσεως, κατά τον όρθρο της Κυριακής ψέλνεται ή απαγγέλλεται από τον ίδιο τον Επίσκοπο, αν παρευρίσκεται ή από τον ιερέα, ο οποίος ψέλνει ή απαγγέλλει από το ιερό βήμα, από τα πόδια του ιερού βήματος, δηλαδή από τον τάφο του Χριστού: πρόκειται για το άγγελμα της Αναστάσεως του Κυρίου, το οποίο έγινε ακριβώς στο χώρο της Αναστάσεως.

            Δεύτερο ερώτημα: Βιβλικά αναγνώσματα διαβάζονται μονάχα στη Θεία Λειτουργία;

Εάν εκκλησιάζεστε στον καθεδρικό μας ναό ή όχι μόνο τις Κυριακές, αλλά και στον εσπερινό των μεγάλων εορτών θα διαπιστώσατε ασφαλώς ότι στον εσπερινό των μεγάλων εορτών διαβάζονται τρία αναγνώσματα παρμένα σχεδόν πάντοτε από την Παλαιά Διαθήκη.

Ελάχιστες φορές στον εσπερινό διαβάζονται αναγνώσματα από την Καινή Διαθήκη αυτό συμβαίνει μονάχα σε μερικές γιορτές των Αποστόλων. Επιπλέον αν θυμάστε τον εσπερινό της Μεγάλης Σαρακοστής, κάθε μέρα έχουμε αναγνώσματα παρμένα επίσης από την Παλαιά Διαθήκη.

         Δύο όψεις τις οποίες πρέπει να υπογραμμίσουμε:

Πρώτη: Τα αναγνώσματα του εσπερινού των μεγάλων εορτών είναι αναγνώσματα από την Παλαιά Διαθήκη, αναγνώσματα διαλεγμένα με κριτήριο «θεματικό», ή με άλλες λέξεις είναι αναγνώσματα τα οποία διαβάζονται και ερμηνεύονται με χαρακτήρα χριστολογικό, μαριολογικό και εκκλησιαστικό. Δίνω ένα παράδειγμα. Στη γιορτή της εικοστής πρώτης Νοεμβρίου, τα Εισόδια της Θεοτόκου στο Ναό, διαβάζεται ένα ανάγνωσμα παρμένο από το  τρίτο βιβλίο των Βασιλειών, όπου γίνεται λόγος για την είσοδο της κιβωτού της διαθήκης στον Ναό της Ιερουσαλήμ. Επομένως αυτό το ανάγνωσμα ερμηνεύεται ως προφητεία της εισόδου στον Ναό Εκείνης, η οποία κατά την ενσάρκωση του Λόγου του Θεού, γίνεται η αληθινή κιβωτός της διαθήκης.  Επιπλέον, στις γιορτές της Θεοτόκου σχεδόν πάντοτε στον εσπερινό διαβάζεται η περικοπή του Ιεζεκιήλ  43-44, η προφητεία της πύλης του ναού η οποία βλέπει προς την Ανατολή και είναι κλειστή, είναι η πύλη την οποία μονάχα ο ίδιος ο Κύριος μπορεί να την διέλθει, να περάσει από αυτήν. Όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας, στην Ανατολή και στη Δύση, ερμήνευσαν αυτή την προφητεία, ως προφητεία, ως προάγγελμα της παρθενίας της Μαρίας, και της Ενσαρκώσεως του Λόγου του Αιώνιου Θεού.

Δεύτερη: Αναφέρθηκα στα αναγνώσματα του εσπερινού της Σαρακοστής και υποδείχνω ότι αυτά τα αναγνώσματα γίνονται με τρόπο «ακολουθίας», όλου του βιβλίου ή διαφόρων βιβλίων της Γενέσεως και των Παροιμιών στον εσπερινό της Μεγάλης Σαρακοστής. Αυτή η «συνεχιζόμενη» ανάγνωση «εκλεγμένων» περικοπών μας υπενθυμίζει τη «μοναστική» συνήθεια της «ιερής αναγνώσεως» ολόκληρων βιβλίων της Βίβλου.

Επομένως στη δεύτερη από τις ερωτήσεις μας, απαντώ ότι υπάρχουν βιβλικά αναγνώσματα στον εσπερινό κατά τη βυζαντινή παράδοση, αναγνώσματα παρμένα πάντοτε από την Παλαιά Διαθήκη. Αναφέρω επίσης τα αναγνώσματα των μεγάλων ωρών τριών εορτών τους έτους: την Παραμονή των Χριστουγέννων, εικοσιτέσσερις Δεκεμβρίου, την Παραμονή των Θεοφανείων, πέντε Ιανουαρίου, και την Μεγάλη Παρασκευή.

Πρόκειται για βιβλικά αναγνώσματα από την Παλαιά Διαθήκη, εκλεγμένα κατά κανόνα για να απαγγέλλονται, να κατανοούνται και να ερμηνεύονται στο χριστολογικό τους, μαριολογικό τους και εκκλησιολογικό τους νόημα.

Με άλλες λέξεις: εμείς οι Χριστιανοί, τόσο της Ανατολής όσο και της Δύσεως, δεχόμαστε διαβάζουμε, προσευχόμαστε την Παλαιά Διαθήκη, εφόσον αυτή αποτελεί για μας προφητεία, προεικόνιση, προάγγελμα της Ενσαρκώσεως του Αιώνιου Λόγου του Θεού. Προάγγελμα της πίστεως μας.

Τρίτο ερώτημα: Η βυζαντινή παράδοση διαβάζει μονάχα τα κείμενα Καινής Διαθήκης ή διαβάζει και κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης;

Σ’ αυτή την ερώτηση έδωσα ήδη την απάντηση, απαντώντας στη δεύτερη ερώτηση. Επιμένω ότι το κάνουμε αυτό όχι τόσο χάρη στην «αδελφοσύνη» μας με τον εβραϊκό κόσμο, αλλά προπάντων και σχεδόν αποκλειστικά γιατί για μας τους χριστιανούς, όπως και για τον ίδιο τον Χριστό, η Παλαιά Διαθήκη αποτελεί προφητεία, προάγγελμα του ερχομού του Σωτήρα, και της σωτηρίας μας εν Χριστώ τω Κυρίω μας.

Τέταρτο ερώτημα: Η παρουσία των ψαλμών, τόσο στη Θεία Λειτουργία όσο και προπάντων στις ιερές ακολουθίες πως γίνεται; Οι Ψαλμοί είναι αναγνώσματα; Είναι προσευχές;

Μία πρώτη άποψη στην οποία απλά αναφέρομαι με συντομία (διαφορετικά θα χρειαζόταν μία ή και περισσότερες διαλέξεις). Ερώτηση: οι ψαλμοί είναι προσευχές ή ποιητικά κείμενα που μας οδηγούν στην προσευχή; Με τους ψαλμούς προσευχόμαστε ή προετοιμαζόμαστε για την προσευχή; Πιστεύω ότι θα κάναμε λάθος αν χωρίζαμε τις δύο αυτές απόψεις. Πρέπει να μας οδηγούν στην προσευχή. Ο ίδιος ο Χριστός επάνω στο σταυρό προσευχήθηκε, λέγοντας ένα εδάφιο από τον εικοστό πρώτο ψαλμό: «Θεέ μου, Θεέ μου γιατί με εγκατέλειψες;»

Ας προσέξουμε για ένα λεπτό ποια είναι η παρουσία, ποια είναι η χρήση των ψαλμών στην βυζαντινή μας παράδοση. Στο σημείο αυτό επαναλαμβάνω μερικές απόψεις, τις οποίες ήδη παρουσίασα στην ομιλία μου, τον Ιανουάριο του 2018, και τις οποίες επαναλαμβάνω σήμερα.

         Τα πρώτα πατερικά κείμενα χρησιμοποιούν συχνά τους ψαλμούς ως προσευχές, και τους διαβάζουν σχεδόν αποκλειστικά με το χριστολογικό ή εκκλησιολογικό τους νόημα: οι Ψαλμοί μιλούν για τον Χριστό και για την Εκκλησία. Αναφέρω μονάχα τις ομιλίες για τους ψαλμούς του Οριγένη, κατά τον τρίτο αιώνα, και τα σχόλια στους Ψαλμούς από τον Ιερό Αυγουστίνο, στον τέταρτο και πέμπτο αιώνα. Δηλαδή για τους Πατέρες (εδώ αναφέρω μονάχα τον Οριγένη και τον Αυγουστίνο), οι Ψαλμοί αποτελούν τα θέματα των ομιλιών τους και των σχολίων τους πάνω στους ψαλμούς. Για ποιο λόγο; Γιατί οι πιστοί προσεύχονται με τους ψαλμούς, τους ψέλνουν τους αισθάνονται στη θεία τους λατρεία επομένως οι πιστοί πρέπει να καταλαβαίνουν τους ψαλμούς.

         Οι Πατέρες τους τρίτου και του τέταρτου αιώνα και προπάντων ο μοναχισμός και οι μοναχοί θα είναι εκείνοι οι οποίοι θα πάρουν ολόκληρο το Ψαλτήριο ως προσευχή και ως πορεία προσευχής. Επιθυμώ να αναπτύξω ιδιαίτερα και αποκλειστικά το θέμα αυτό σε μία άλλη συνάντησή μας, δηλαδή να προσπαθήσω να απαντήσω στο ερώτημα: Οι Ψαλμοί είναι προσευχές;  Ή με άλλες λέξεις: οι Ψαλμοί οδηγούν στην προσευχή;

         Κατά τούτη τη σημερινή μας συνάντηση σημειώνω μονάχα και με συντομία την παρουσία των Ψαλμών στην βυζαντινή μας θεία λατρεία. Όσοι  από εσάς παρευρίσκεστε συχνά στις ιερές ακολουθίες στον εσπερινό του Σαββάτου και στον όρθρο της Κυριακής, θυμάστε παραδείγματος χάρη τον εξάψαλμο του όρθρου (τους ψαλμούς 3, 37, 62, 87, 102 και 142), και τους ψαλμούς τους εσπερινού (στην αρχή τον 103, στη συνέχεια τους ψαλμούς 140, 141, 129 και 116). Αυτοί είναι οι λεγόμενοι «σταθεροί», ψαλμοί δηλαδή επαναλαμβάνονται κάθε μέρα, και έχουν κάποιο στίχο που τους χαρακτηρίζει και αυτός επαναλαμβάνεται όταν διαβάζουμε τον ψαλμό, για να υπογραμμίζει τον ρόλο του, ή την ερμηνεία του.

Δίνω μοναχά  μερικά παραδείγματα:

         Στον εσπερινό, απαγγέλλοντας τον ψαλμό 103, στο τέλος επαναλαμβάνουμε τον στίχο του ψαλμού: «λιος γνω τν δύσιν ατο θου σκότος, κα γένετο νύξ. ς μεγαλύνθη τ ργα σου, Κύριε πάντα ν σοφίᾳποίησας,». Ο στίχος αυτός υπογραμμίζει τον βραδινό χαρακτήρα του ψαλμού, όπως και το μεγάλο έργο της δημιουργίας του Θεού.

         Κατά τον όρθρο, στον ψαλμό 3, επαναλαμβάνουμε: «Εγώ εκοιμήθην και ύπνωσα, εξηγέρθην ότι Κύριος αντιλήψεταί μου». Και στον ψαλμό 62 επαναλαμβάνουμε: «Έν τοίς όρθροις εμελέτων είς σέ, ότι εγενήθης βοηθός μου και έν τή σκέπη τών πτερύγων στου αγαλιάσομαι. Εκολήθη η ψυχή μου οπίσω σου, εμού δέ αντελάβετο η δεξιά σου», αυτή η επανάληψη υπογραμμίζει το νόημα της εμπιστοσύνης μας στα χέρια του Θεού.

         Οι ψαλμοί παίζουν σπουδαίο ρόλο στη βυζαντινή θεία λατρεία, ένα ρόλο που ρυθμίζεται τόσο από το Ωρολόγιο όσο και από το Τυπικόν. Στις βυζαντινές ακολουθίες βρίσκουμε μία τριπλή χρήση των ψαλμών:  τους σταθερούς ψαλμούς, τους εναλλακτικούς ψαλμούς, και τους ψαλμούς με τα αντίφωνα.

         Οι σταθεροί ψαλμοί είναι εκείνοι που επαναλαμβάνονται κάθε μέρα, στις διάφορες ώρες (π.χ. στον εσπερινό ο ψαλμός 103 και οι λυχνικοί  ψαλμοί 140, 141, 129, 116 στον όρθρο όλος ο εξάψαλμος). Μερικοί από αυτούς  τους ψαλμούς απαγγέλλονται αρκετές φορές μέσα στην ημέρα: ο  πεντηκοστός ψαλμός απαγγέλλεται τέσσερις φορές ο ψαλμός 142 δύο φορές. Η προέλευση των σταθερών ψαλμών συνδέεται με τις ακολουθίες στους καθεδρικούς ναούς και όχι στα μοναστήρια.

         Οι εναλλασσόμενοι ψαλμοί βρίσκονται στον όρθρο, στον εσπερινό και κατά την Μεγάλη Τεσσαρακοστή βρίσκονται και στις μικρές ώρες. Μπορούμε να πούμε ότι πρόκειται για μία απαγγελία η οποία στοχεύει να συμπεριλάβει όλο το Ψαλτήριο μέσα σε μια εβδομάδα.

         Ασφαλώς κάποιος από σας θα μπορούσε να μου πει: -Πως προσευχόμαστε  με τους ψαλμούς; Υπάρχουν μερικοί ψαλμοί δύσκολοι, σκληροί, τους οποίους δεν είναι  εύκολο να χρησιμοποιήσουμε ως προσευχή. Η λατινική παράδοση μετά τη Β’ Σύνοδο του Βατικανού αποφάσισε  να διαγράψει μερικούς «δύσκολους» ψαλμούς, ή τουλάχιστον τους δύσκολους στίχους μερικών ψαλμών. Προσωπικά δεν συμφωνώ με αυτήν την πρακτική. Είναι αλήθεια ότι μερικά κείμενα, των ψαλμών ή μερικοί ψαλμοί δεν είναι «εύκολοι» και έχουν «σκληρές» εκφράσεις. Αλλά εμείς οι χριστιανοί διαβάζουμε την Παλαιά Διαθήκη γενικά και ιδιαίτερα τους ψαλμούς με μία ανάγνωση «πνευματική» χρησιμοποιώντας την τυπολογία και την αλληγορία. Όταν στους ψαλμούς (και ας μην ξεχνούμε ότι και ο ίδιος ο Χριστός προσευχήθηκε με τους ψαλμούς), λόγους καταδίκης, λόγους αρνήσεως εμείς οι χριστιανοί τους εφαρμόζουμε (τους εννοούμε), στο κακό και στην αμαρτία, και όχι στον αμαρτωλό. Ας θυμηθούμε ότι ο Ιησούς στο Ευαγγέλιο είπε: «Δεν ήρθα να καλέσω τους δίκαιους, αλλά τους αμαρτωλούς».

Με τρόπο καθαρό, εμείς οι πνευματικοί ποιμένες, επίσκοποι, ιερείς…. Στις κατηχήσεις μας στις ομιλίες μας, έχουμε το καθήκον να βοηθούμε τους πιστούς να μπαίνουν στην προσευχή των ψαλμών και γενικά στο πνεύμα της χριστιανικής προσευχής. Επομένως δεν πρέπει να διαγράφουμε τα δύσκολα κείμενα (ακόμα και στο Ευαγγέλιο βρίσκουμε κείμενα δύσκολα από τον ίδιο τον Χριστό), Αντί να διαγράφουμε αυτά τα κείμενα, να βοηθούμε τους πιστούς μας, να βοηθούμε και τον εαυτό μας να κάνουμε ως δώρο του Κυρίου την πορεία της κατανοήσεως της Αγίας Γραφής, των ψαλμών, του ίδιου του Ευαγγελίου.

         Κατά τη σημερινή μας διάλεξη σας παρουσίασα το Αναγνωσματάριο, δηλαδή τον τρόπο που διαβάζουμε τον Λόγο του Θεού στη βυζαντινή μας παράδοση. Όπως σας έλεγα στην αρχή, κάθε χριστιανική Εκκλησία έχει το δικός της Αναγνωσματάριο και σ’ αυτό καθρεπτίζεται η ίδια η Εκκλησία.

Κατά τις προσεχείς διαλέξεις θέλω να σας παρουσιάσω τη Λειτουργία των Πιστών» δηλαδή το δεύτερο μέρος βυζαντινής Θείας Λειτουργίας.

Συμπεράσματα

         Θέλω να υπογραμμίσω την παρουσία των αναγνωσμάτων της Παλαιάς Διαθήκης στον εσπερινό των μεγάλων εορτών. Ο εσπερινός είναι η πρώτη προσευχή της ημέρα, η προσευχή με την οποία αρχίζει μια γιορτή. Επομένως κατά τις μεγάλες αυτές γιορτές τα αναγνώσματα από την Παλαιά Διαθήκη μας εισάγουν στο μυστήριο το οποίο επιτελούμε: τα Χριστούγεννα, τα Θεοφάνεια, το Πάσχα, τις μεγάλες γιορτές του Κυρίου και της Θεοτόκου.

         Θέλω επίσης να υπογραμμίσω τη σπουδαιότητα του Λόγου του Θεού για τις λειτουργικές μας τελετές. Στη θεία λατρεία ακούμε τον Λόγο του Θεού όχι γιατί ο διάκονος ή ο ιερέας ψέλνουν ωραία και χαιρόμαστε να τους ακούμε. Ακούμε αυτούς που ψέλνουν γιατί μας αναγγέλλουν το Ευαγγέλιο, τον Λόγο της Ζωής. Οι Πατέρες της εκκλησίας σκέπτομαι τον Οριγένη, τον Άγιο Εφραίμ τον Σύρο, τον Άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο…. μιλούν για την τροφή του Λόγου του Θεού και για την τροφή του Σώματος και του Αίματος του Χριστού.

         Επανερχόμενοι στην Παλαιά Διαθήκη, και ειδικά στους ψαλμούς, οι οποίοι είναι πολυάριθμοι στη θεία μας λατρεία, θέλω να υπογραμμίσω ότι αυτοί, οι ψαλμοί, για μας τους χριστιανούς είναι προσευχές τις οποίες κάνουμε μαζί με τον Χριστό, ο οποίος είναι παρών στην προσευχή μας, και στον οποίο υψώνουμε την προσευχή μας, αφού Αυτός είναι ο Θεός μας. Ο Ιερός Αυγουστίνος, σχολιάζοντας τον ψαλμό 85, μας λέει: «Ο Χριστός προσεύχεται για εμάς, προσεύχεται μέσα σ’ εμάς, και σ’ Αυτόν υψώνουμε την προσευχή μας». Προσευχόμαστε σ’ Αυτόν ως Θεό μας, Εκείνος προσεύχεται μέσα μας ως άνθρωπος, προσεύχεται για εμάς ως Μεσίτης προς τον Πατέρα.

 

+ Ο Καρκαβίας ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ

Αποστολικός Έξαρχος των Ελληνορρύθμων Καθολικών Ελλάδος

©2017 Ελληνική Καθολική Εξαρχία elcathex.gr

Web Design by mare - Hosted by ATgroup